Αντρύ-Φαρσύ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αντρύ-Φαρσύ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Andry-Farcy (Γαλλικά)
Γέννηση18  Μαΐου 1882[1][2][3]
Charleville (Ardennes)[1]
Θάνατος5  Ιουλίου 1950[1][2][4]
Γκρενόμπλ
Χώρα πολιτογράφησηςΓαλλία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά[5]
ΣπουδέςΕθνική Σχολή Τεχνών Διακόσμησης
Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταζωγράφος
έφορος
ΕργοδότηςΜουσείο της Γκρενόμπλ
d:Q99649523
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαδημοσιογράφος (από 1910, d:Q99649523)
έφορος (1919–1949, Μουσείο της Γκρενόμπλ)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Πιερ-Αντρέ Φαρσύ, γνωστός απλώς ως Αντρύ-Φαρσύ (Pierre-André Farcy / Andry-Farcy, 18 Μαΐου 18825 Ιουλίου 1950), ήταν Γάλλος καλλιτέχνης και τεχνοκριτικός, αξιοσημείωτος ως ρηξικέλευθος έφορος και διευθυντής του Μουσείου της Γκρενόμπλ.

Γεννήθηκε στη Σαρλβίλ και σπούδασε στο Παρίσι, στην Εθνική Σχολή Διακοσμητικών Τεχνών και στη συνέχεια στην Εθνική Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών με δάσκαλο τον σημαντικό ζωγράφο Φερνάν Κορμόν. Εξέθεσε έργα του στο Σαλόν του φθινοπώρου το 1905 και στο Σαλόν της Λυών. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Γκρενόμπλ. Το 1910 προσλήφθηκε ως δημοσιογράφος, κριτικός και σκιτσογράφος στην εφημερίδα Le Petit Dauphinois. Την ίδια χρονιά δημιούργησε ένα εργαστήριο διαφημιστικής αφίσας στις εγκαταστάσεις της Imprimerie Générale, το οποίο διετήρησε μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τόσο στο Παρίσι, όσο και στην Γκρενόμπλ, εντάχθηκε στους κύκλους της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας.

Διορίσθηκε επιμελητής στο Μουσείο της Γκρενόμπλ το 1919 μετά από ψηφοφορία, κατόπιν επιλογής του δήμου, έναντι ενός άλλου υποψηφίου, του ζωγράφου Τανκρέντ Μπαστέ. Ο Αντρύ-Φαρσύ κέρδισε την ευρωπαϊκή αναγνώριση για το Μουσείο της Γκρενόμπλ την εποχή της «Διεθνούς Εκθέσεως λευκού άνθρακα και τουρισμού» το 1925. Ανυπομονώντας να κάνει γνωστό το μουσείο, κατάφερε να εγκαταστήσει διαφημιστικά πάνελ και να το συμπεριλάβει στους τουριστικούς οδηγούς της Γκρενόμπλ. Διετήρησε τη θέση του για περίπου τριάντα χρόνια, υποστηριζόμενος από τους δημοτικούς συμβούλους της Γκρενόμπλ, παρά τη σφοδρή αντίθεση μιας συντηρητικής, ακαδημαϊκής και εθνικιστικής ομάδας, που τον κατηγόρησε ότι εισήγαγε στο μουσείο έργα που «ντροπιάζουν την πόλη». Μάλιστα επί κατοχικού καθεστώτος, το 1943, συνελήφθη επειδή είχε εκθέσει «έργα εκφυλισμένης τέχνης». Παρέμεινε φυλακισμένος για 25 ημέρες στη Γκρενόμπλ και στη συνέχεια φυλακίστηκε στο στρατόπεδο Royallieu στην Κομπιέν, όπου εργάσθηκε ως βιβλιοθηκάριος. Απελευθερώθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου 1944 από Καναδικές δυνάμεις και πήγε στην Τουλούζη, όπου παρέμεινε για περισσότερο από ένα έτος, διστάζοντας να επιστρέψει στα καθήκοντά του στην Γκρενόμπλ. Μετά την άρνηση του διευθυντή των Μουσείων της Γαλλίας να τον διορίσει γενικό επιθεωρητή των επαρχιακών μουσείων, επέστρεψε στην Γκρενόμπλ. Συνέχισε τις δραστηριότητές του διευρύνοντας το πεδίο του πέρα από την Γκρενόμπλ: ως καλλιτεχνικός σύμβουλος για την πόλη της Τουλούζης, έργα πολιτιστικών και τουριστικών ανταλλαγών μεταξύ Γκρενόμπλ, Τουλούζης και Νίκαιας, εκθέσεις, κλπ.... Με πολλές δωρεές και αγορές, έφερε την τέχνη της εποχής του στο Μουσείο του, το οποίο πρωτοπόρησε σε εκθέσεις σύγχρονης τέχνης τη δεκαετία του 1920 και λειτούργησε ως πρότυπο αναφοράς για άλλες πόλεις της Γαλλίας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Χαρακτηριστικά είχε δηλώσει:

«Τα σχέδιά μου είναι απλά: να συνεχίσω να πράττω το αντίθετο από αυτό που έκαναν οι προκάτοχοί μου. Ανοίγω την πόρτα σε νέους ανθρώπους, σε αυτούς που φέρνουν μια νέα μορφή, μια γραφή που δεν έχω ξαναδεί! Αυτός είναι ο κανόνας ... που θα επιτρέψει τη δημιουργία του μοναδικού σύγχρονου μουσείου στη Γαλλία..»[6]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Το ομώνυμο λήμμα στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 6, σελ. 145